Παρασκευή 1 Ιουνίου 2012

Νάουσα ή Νιάουστα;


            Το ζήτημα του αρχικού ονόματος της πόλης μας και της προέλευσής του δεν έχει ακόμη βρει την λύση του. Πολλές οι απαντήσεις, πολλά έχουν γραφτεί, μάλιστα ο συμπολίτης κ. Σ. Αποστόλου έχει γράψει και ολόκληρο βιβλίο με όλες τις κατά καιρούς προταθείσες λύσεις, όμως καμιά δεν δίνει την οριστική απάντηση στο ερώτημα.
Το ίδιο ερώτημα αντιμετώπισα όταν σκεφτόμουν να γράψω το βιβλίο μου «Ένας γέρων αγωνιστής Νιαουστεύς θυμάται…». Κατέληξα στο συμπέρασμα ότι το αρχικό όνομα της πόλης ήταν Νιάουστα, από παραφθορά του ονόματος «Νέα Αυγούστα», και αυτήν περιέλαβα στο βιβλίο.
Το συμπέρασμα αυτό στηρίχτηκε στους παρακάτω συλλογισμούς:

1. Ο φθόγγος «γκ»: Σε όλες τις γλώσσες των γειτονικών λαών, η ονομασία της πόλης μας περιέχει τον φθόγγο «γκ» ή «γ»: «Αγκοστός», «Νεγκόστι», «Νέγους», «Νεγκόστ», «Νυαγόιστ». Ας δούμε, τι σημαίνει αυτό;
            Σε κάθε τόπο, το όνομα το δίνουν οι πρώτοι κάτοικοί του. Οι γείτονες το υιοθετούν μεταφέροντάς το στη γλώσσα τους. Είναι συνηθισμένο, οι κάτοικοι, για όποιον λόγο, να αλλάξουν το όνομα ενός τόπου. Σπάνια όμως αλλάζουν το όνομα και οι γείτονες.
            Παράδειγμα 1: Παλιά, στην μεγάλη χώρα στα δυτικά της Ευρώπης κατοικούσαν οι Γαλάτες και η χώρα ονομαζόταν Γαλατία ή Γαλλία. Αργότερα, από τον 4ο μέχρι τον 8ο αιώνα μΧ. η χώρα αυτή κατοικήθηκε από το γερμανικό φύλλο των Φράγκων. Το όνομα της χώρας άλλαξε σε France, από τους νέους κατοίκους της. Το νέο όνομα υιοθέτησαν οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, που ήταν και οι ίδιοι γερμανικά ή σλαβικά φύλλα και ήρθαν στην Ευρώπη ταυτόχρονα με τους Φράγκους ή μετά από αυτούς. Εμείς όμως, που ήμασταν εδώ από τους παλιότερους χρόνους, εξακολουθούμε (μόνον εμείς) να μιλάμε για Γαλλία και Γάλλους.
            Παράδειγμα 2: Στην αρχαιότητα, από τα τέλη του 6ου π.Χ. αιώνα και μέχρι τον 7ο αιώνα μΧ., βρισκόμασταν πυκνά – συχνά σε πόλεμο με έναν άλλο λαό, από την Ανατολή τώρα, τους Πέρσες. Κάποτε οι κάτοικοι της χώρας εκείνης άλλαξαν θρησκεία, αναμείχθηκαν με Άραβες και έγιναν Ιρανοί. Εμείς όμως (μόνον εμείς) ακόμα τους λέμε Πέρσες.
            Συμπέρασμα: στο αρχικό όνομα της πόλης μας υπήρχε το «γκ», το οποίο διατήρησαν οι γείτονές μας. Ο φθόγγος αυτός δεν υπάρχει στο όνομα Νάουσα, είτε αυτό προέρχεται από το αρχαίο νάω ή νέω είτε από άλλη ρίζα. Αντίθετα, υπάρχει στο Νέα Αυγούστα.

2. Η Παλιονάουσα: Ας αναρωτηθούμε: ποιο ήταν το παλιό όνομα της Παλιονάουσας (ή Παλιονιάουστας); Δεν αναφέρεται κανένα άλλο όνομα του οικισμού.
            Μπορούμε να πούμε ότι υπάρχουν τρεις πιθανότητες: να ήταν Νάουσα (από το νάω κλπ), Νιάουστα (από το Νέα Αυγούστα) ή κάποιο, οποιοδήποτε άλλο.

            Αν ισχύει η τρίτη πιθανότητα, να ήταν δηλαδή κάποιο άλλο, τότε δεν υπήρχε λόγος να αλλάξει σε «Παλιονάουσα». Ο οικισμός μπορούσε να διατηρήσει το αρχικό του όνομα – έστω και σαν δεύτερο τοπωνύμιο.
            Όμως, όταν υπάρχει μετοικεσία των κατοίκων ενός οικισμού σε άλλη τοποθεσία, τότε είναι συνηθισμένο είτε ο παλιός οικισμός να διατηρεί το αρχικό όνομα και ο νέος να ονομάζεται «Νέος, -α, -ο» και το όνομα του παλιού: Νέα Σμύρνη, Νέα Φιλαδέλφεια, είτε ο νέος οικισμός να παίρνει αυτούσιο το παλιό όνομα και ο παλιός το πρόθεμα «Παλιός, -α, -ο»: Παλαιοφάρσαλος, Παλιός Άγιος Παντελεήμων κλπ.
            Άρα, αυτό έγινε και στην περίπτωσή μας. Και ο παλιός οικισμός άλλαξε σε  Παλιονιάουστα διότι ο νέος δεν μπορούσε να αλλάξει σε «Νέα» γιατί; Μα, αν ήταν Νέα Αυγούστα, θα έπρεπε να γίνει «Νέα Νέα Αυγούστα»;;;; το οποίο, μάλιστα, με την συνήθη παραφθορά, θα γινόταν «Νιανιάουστα»;;;

            Αν πάλι ισχύει η πρώτη πιθανότητα, το όνομα δηλαδή να ήταν «Νάουσα» από το νάω (=πλέω στο νερό); Προσωπικά δεν έχω πάει στην Παλιονιάουστα, ρώτησα όμως πολλούς που μου είπανε ότι εκεί δεν υπάρχει καθόλου νερό. Ας θυμηθούμε και τον θρύλο με τον Εβρενός, ότι οι κάτοικοι της Παλιονιάουστας κατέβαιναν στον Άγιο Νικόλαο για νερό – μισή ώρα δρόμο!
            Χαρακτηριστική είναι και η περιγραφή που δίνει στο βιβλίο του «Οδοιπορικαί σημειώσεις, Μακεδονία – Ήπειρος» ο ταγματάρχης Μηχανικού Ν. Θ. Σχινάς (οδοιπορικό που συνέταξε με εντολή του Υπουργείου Στρατιωτικών και κυκλοφόρησε το 1887), για την Παλιονιάουστα: «Ύπερθεν της πόλεως 1½ ώραν κείται η οχυρά, δυσπρόσιτος αλλ’ υπαίθριος και άνυδρος θέσις της Παλιοναούσης. Το μόνον αυτόσε υπάρχον ύδωρ είναι το εις τους λάκκους αθροιζόμενον».
            Ποιος λοιπόν θα έδινε σε έναν τέτοιο ξερότοπο όνομα που παράγεται από το νάω και σημαίνει πλέω στα νερά;
           
            Συμπέρασμα: πιο πιθανή είναι η δεύτερη περίπτωση, το αρχικό όνομα της Παλιονιάουστας να ήταν Νέα Αυγούστα – Νιάουστα.

3. Οι χάρτες: Πολλοί από εκείνους (περιηγητές κλπ) που ασχολήθηκαν με το θέμα κατέληξαν στην φράση: «Το προφανές είναι ότι το όνομα προέρχεται από παραφθορά του Νέα Αυγούστα, αλλά το τοπωνύμιο δεν απαντάται στην περιοχή».
            Εκεί, στην απουσία γνωστής Αυγούστας, σκάλωνα, όπως όλοι. Ώσπου, ένα απόγευμα που είχα χρόνο ελεύθερο, μπήκα να χαζέψω στο εκθετήριο της Βουλής, στη γωνία Φιλελλήνων και Μητροπόλεως. Λειτουργούσε μια έκθεση για την Βιβλιοθήκη της Αδριανουπόλεως, μετά την συντήρηση των βιβλίων της από την Βουλή των Ελλήνων.
            Το μάτι μου σκάλωσε σε έναν χάρτη της Βαλκανικής, από κείνους που παλιά ήταν κρεμασμένοι στις τάξεις του Δημοτικού. Έψαξα την Νάουσα, και είδα ότι Βέρμιο δεν υπήρχε! Στη θέση του υπήρχαν δύο βουνά: Όρος Δόξα, το νότιο τμήμα του, και Όρος … Άγοστος! Για όποιον ενδιαφέρεται, επρόκειτο για τον «Χάρτη των κεντρικών χωρών της χερσονήσου του Αίμου» του Γ. Κόλμαν (εκδόθηκε στην Αθήνα το 1875).
Κατάπληκτος, προχώρησα πιο πέρα όπου είδα ένα χοντρό βιβλίο, γερμανικό, ανοικτό. Στον δισέλιδο χάρτη της Βαλκανικής κι αυτό. Και, με χοντρά γράμματα: Mount Agostos! Αυτή την φορά ήταν το «Neuer Handatlas uber alle Teile der Erde» του E. Debes (έκδοση Λειψίας, 1798).
            Ώστε, το βουνό μας λεγόταν και Αγκοστός! Αλλά τότε, γιατί τόσοι άλλοι έλεγαν ότι το τοπωνύμιο δεν απαντάται στην περιοχή; Δεν βρήκα απάντηση στο ερώτημα. Όμως, για το ζήτημα που με απασχολεί, το γεγονός ότι επισήμως το όνομα υπάρχει στην περιοχή είναι υπέρ-αρκετό.
            Είναι λογικό, εάν κάποιοι έλεγαν το βουνό Αγκοστός να ονομάσουν και τον οικισμό τους έτσι – το αντίστροφο μου φαίνεται δύσκολο. Μήπως, λοιπόν, οι Ρωμαίοι πρώτοι μετονόμασαν το Βέρμιο σε Augustus, αλλά δεν επικράτησε;
            Και πώς φτάσαμε στη Νέα Αυγούστα; Προφανώς υπήρχε η παλιά… θα ήταν ένας μικρός, ασήμαντος οικισμός περίπου εκεί που βρίσκεται και η σημερινή πόλη…
            Ρωμαϊκά ερείπια υπάρχουν (ή υπήρχαν) διάσπαρτα στην περιοχή (πχ στον Μπαλτανέτο, αλλά και μέσα στα όρια της σημερινής πόλης). Εάν υπήρχε κάποιος οικισμός; Με το όνομα Augusta; Και, όταν εμφανίστηκαν οι ορδές των βαρβάρων (Γότθων, Σλάβων), οι κάτοικοι έφυγαν προς το βουνό; Είδαμε ότι η Παλιονιάουστα ήταν ασφαλής κρυψώνα, ιδού λοιπόν η Νέα Αυγούστα! Κάπως έτσι τα λέω και στο βιβλίο μου…
            Θα ρωτήσει κάποιος: Γιατί η Augusta έγινε Νέα Αυγούστα και όχι Nuova Augusta; Προφανώς διότι όταν οι κάτοικοί της κατέφυγαν στο βουνό ήσαν όλοι Έλληνες, δεν υπήρχαν πια Ρωμαίοι.
            Και κάτι ακόμα: πρόσφατα, σε κάποιον άλλο χάρτη της Βαλκανικής, (Carte Generale de la Turquie dEurope), έκδοση Picquet, Παρίσι 1835, συνάντησα το όνομα Gniaousta. Η ύπαρξη του «g» στην αρχή φαίνεται περίεργη, αφού τον περιμένουμε μεταξύ του «a» και του «ou», στην πράξη όμως δεν είναι: το σύμπλεγμα «gni» προφέρεται όπως το δικό μας «νι» στις λέξεις «νιος» και «Νιάουστα». Επιβεβαιώνει λοιπόν την προφορά όπως την ξέρουμε, και βέβαια επαληθεύει ότι το Νιάουστα προέρχεται από το Νέα-.

Με αυτούς, λοιπόν, τους συλλογισμούς, κατέληξα στο συμπέρασμα: το πρώτο όνομα της πόλης μας ήταν Νιάουστα, από παραφθορά του Νέα Αυγούστα. Απλά, πολύ σύντομα μετά το χτίσιμό της, κάποιος, συνδυάζοντας το όνομα και με τα πολλά νερά, την είπε Νάουσα και το όνομα αυτό έγινε αποδεκτό ως πιο «ελληνοπρεπές»…


(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Νιάουστα" , τεύχος 138, Ιαν. - Απρ. 2012)

Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

Μπούλες



            Άναψε και πάλι η διαμάχη σχετικά με ένα από τα ανοικτά ιστορικά ζητήματα της Νάουσας, αυτή τη φορά για τις Μπούλες και το όνομά τους. Πληροφορούμαι, μάλιστα, ότι θα ανατεθεί στο ΑΠΘ να μελετήσει το έθιμο και να δώσει, αν μπορεί, απαντήσεις.
            Πριν μερικά χρόνια είχα κάνει μερικές σκέψεις σχετικά με το έθιμο. Επιτρέψτε μου να σας τις εκθέσω:

            1. Το όνομα: Θυμούμαι την δεκαετία του ’50, όταν ξαναζωντάνευε το έθιμο με πρωτεργάτη τον αείμνηστο Τρύφωνα Χατζητρύφωνα, όλοι λέγαμε «οι Μπούλες». Σκέτο. Άκουγες να λένε όλοι «έρχονται οι Μπούλες», ή «χορεύουν οι Μπούλες». Ακόμα και τώρα λέγεται για κάποιον «αυτός χορεύει ωραία, παλιά μπούλα βλέπεις».
Ο όρος «γενίτσαρος» όμως υπήρχε. Τον χρησιμοποιούσαμε για να κάνουμε διάκριση μεταξύ των δύο ρόλων που έπαιζε κάποιος στο μπουλούκι, υπήρχαν ο γενίτσαρος και η νύφη.
            Πρόσφατα, χάρη στην ανατύπωση του πρωτοσέλιδου της εφημερίδας που κάνει η «Φωνή της Ναούσης», είδαμε ότι τότε έγραφε για το έθιμο «Γενίτσαροι και Μπούλες». Και θεωρώ ότι ο αείμνηστος Πέτρος Δεινόπουλος δεν θα έκανε ένα τόσο σοβαρό λάθος.
            Συνεπώς, πρέπει να δεχτούμε ότι και τα δύο ονόματα είναι σωστά και να τα χρησιμοποιούμε χωρίς να φοβόμαστε μήπως κάνουμε λάθος.

            2. Η προέλευση του όρου Μπούλα: Πολλές εκδοχές αναφέρονται σχετικά με την προέλευση του όρου.
            Προσωπικά, θεωρώ ότι η ερμηνεία που μου έδωσε ο φίλος κ. Αποστόλου από κάποιο αλβανικό λεξικό, ότι δηλαδή «μπούλα» είναι εκείνος ή εκείνοι, άντρες και γυναίκες, συνήθως ηλικιωμένοι, που συνοδεύουν την νύφη από το πατρικό της στο σπίτι του γαμπρού, είναι η ρεαλιστικότερη, και αυτήν αναφέρω και στο βιβλίο μου «Ένας γέρων Αγωνιστής Νιαουστεύς θυμάται…»

            3. Είναι οι Μπούλες αποκριάτικο έθιμο; Οι Μπούλες είναι δρώμενο που τελείται κάθε χρόνο τις αποκριές. Δεν είναι όμως, σε καμιά περίπτωση, καρναβάλια.
            Ανάλογα δρώμενα βλέπουμε τις αποκριές και σε άλλες πόλεις, όπως τα ρουγκάτσια, οι Μωμόγεροι κλπ. Εκείνα όμως είναι πιο κοντά στο καρναβάλι, ενώ οι Μπούλες απλά τελούνται την ίδια περίοδο με τα καρναβάλια.
            Οι Ναουσαίοι κάνουμε σαφή διάκριση. Οι Μπούλες είναι δρώμενο που αγγίζει την έννοια του ιερού, προκαλεί δάκρυα περηφάνιας σε όλους τους Ναουσαίους, είναι το κάτι άλλο. Ξεχωρίζει. Για παράδειγμα, όπου βρεθούν οι Μπούλες έχουν το προβάδισμα απέναντι σε όλα τα άλλα μπουλούκια. Όταν ένα μπουλούκι Μπούλες φτάσει σε χώρο όπου χόρευαν άλλα καρναβάλια, εκείνα αμέσως σταματούν και δίνουν τόπο σε αυτές.

            4. Το μπουλούκι: Ένα τυπικό μπουλούκι Μπούλες αποτελείται από πολλούς γενίτσαρους, όλους ένοπλους, και μια – δυό νύφες. Η σύνθεση αυτή παραπέμπει σε ομάδα ενόπλων που συνοδεύουν μια-δυό κοπέλες από μαχαλά σε μαχαλά.

            5. Η διαδρομή: Η διαδρομή που ακολουθεί το μπουλούκι μέσα στην πόλη είναι αυστηρά καθορισμένη. Ίσως ξεκινούσε πάντα από το Τριόδι (η πρώτη στάση στη Δημαρχία πρέπει να είναι άσχετη με το δρώμενο, αναγκαία προσθήκη για την ικανοποίηση του κατακτητή), ίσως όμως να τροποποιήθηκε το δρομολόγιο αφού το τριόδι βρίσκεται πλησιέστερα στο Δημαρχείο από όλους τους σταθμούς. Κάποιος όμως από τους σταθμούς πρέπει να ήταν η αρχή της διαδρομής – η γειτονιά των κοριτσιών;
Το μπουλούκι επισκέπτεται σχεδόν όλους τους μαχαλάδες της πόλης, όπως ήταν παλιά, κάτι που παραπέμπει σε διαδρομή αποχαιρετισμού των συγγενών και φίλων από κοπέλες που φεύγουν για πάντα από τη Νιάουστα.
Τέλος, η διαδρομή καταλήγει στα Αλώνια. Εκεί όμως υπήρχε η βόρεια έξοδος της πόλης και πύλη στα τείχη, από την οποία έφευγαν όσοι πήγαιναν προς το βουνό (Κουκούλι, Γιαννακοχώρι κλπ) ή ίσως και προς την Έδεσσα και από κει Σερβία – Ευρώπη. Φαίνεται ότι από κει έφυγαν και οι κοπέλες της ιστορίας που γέννησε το δρώμενο.

            6. Οι μυημένοι: Το μπουλούκι αποτελείται από μέλη που είναι γνωστά μεταξύ τους, συμμετέχουν τακτικά, και δεν μπορεί ο καθένας να πάρει μέρος χωρίς έγκριση και προετοιμασία.
Επίσης, όσο διαρκεί το δρώμενο, δηλαδή όλη την ημέρα, κανείς ξένος δεν μπαίνει στο μπουλούκι. Μόνο το βράδυ, μετά τα Αλώνια, μπορούν να χορέψουν και οι παλιές Μπούλες – και μόνο αυτοί. Πρόκειται για μια κλειστή ομάδα μυημένων, που δεν επιτρέπει σε τρίτους, αμύητους, να αναμιχθούν στο δρώμενο. Και οι αμύητοι το δέχονται αυτό αδιαμαρτύρητα.
Όμως, την ημέρα, γιατί δεν μπαίνει κανείς τρίτος να αναμιχθεί με το μπουλούκι; Είναι γιατί δεν τον αφήνουν εκείνοι (και κρατάνε και τις πάλες, μη το ξεχνούμε!), ή μήπως γιατί κανείς δεν θέλει να το κάνει; Και αν συμβαίνει το δεύτερο, γιατί; Ίσως διότι πρόκειται για πομπή πένθιμη ή τουλάχιστον πολύ θλιμμένη... για πού ξεκινούσαν, άραγε, εκείνες οι κοπέλες;

            7. Πώς και πότε ξεκίνησε; Πότε γεννήθηκε το έθιμο; Είναι αρχαίο δρώμενο; Ή ξεκίνησε μετά το παιδομάζωμα του 1705;
Νομίζω ότι και τα δύο είναι λάθος. Αν δεχτούμε το παιδομάζωμα σαν αφετηρία, τι νόημα έχουν οι νύφες; Οι Γενίτσαροι έπαιρναν αγόρια. Θα έπρεπε λοιπόν να υπάρχουν δυο ειδών άντρες στο μπουλούκι, οι κακοί (Τούρκοι Γενίτσαροι) ένοπλοι και οι καλοί (δικά μας παιδιά) άοπλοι. Επομένως, αφού υπάρχουν γενίτσαροι και Μπούλες και όλους τους χαιρετούμε με (αμοιβαία) χαρά, δεν μπορεί να συνδέεται με το παιδομάζωμα, τουλάχιστον το υποχρεωτικό.
Αν πάλι πρόκειται για δρώμενο που έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα, ποιο ήταν εκείνο το έθιμο που οι Ναουσαίοι, μόνοι από όλη την περιοχή, ξαναζωντάνεψαν λίγο ή περισσότερο καιρό μετά την ίδρυση της Νιάουστας; Δηλαδή, μετά από περισσότερα από 1500 χρόνια (κοντά πενήντα γενιές) κατά τα οποία δεν υπήρχε καν η πόλη τους; Είναι δυνατόν κάτι τέτοιο; Μπορεί να μεταδίδεται από γενιά σε γενιά ένας τέτοιος θρύλος, μόνο ανάμεσα όχι σε εκείνους που κατάγονταν από ένα τόπο, αλλά σε εκείνους που έχτισαν αργότερα έναν καινούριο;
Υπάρχει και η θεωρία της τελετής μύησης των εφήβων που μπαίνουν στην ανδρική ηλικία. Όμως κι εδώ υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις. Για παράδειγμα, σε μια τελετή μύησης οι (ήδη) άνδρες της φυλής καθοδηγούν και επιβλέπουν τον μυούμενο, ο οποίος όμως περνά τις δοκιμασίες μόνος του, αποδεικνύοντας έτσι την αξία του, ενώ εδώ όλοι συμμετέχουν σε όλες τις φάσεις του εθίμου. Επίσης, καθένας περνά την μύηση μια φορά στη ζωή του, ενώ εδώ οι άνδρες συμμετέχουν για πολλά χρόνια.
Από την άλλη μεριά, τα μέλη της ομάδας ντύνονται με φουστανέλες. Είναι λοιπόν λογικό να υποθέσουμε ότι το δρώμενο άρχισε τον καιρό που όλοι οι Ναουσαίοι, ή έστω μόνο οι ένοπλοι, φορούσαν τέτοια ρούχα. Οι μεταγενέστεροι σεβάστηκαν τη στολή των μελών του μπουλουκιού, όπως κι εμείς σήμερα, που οι ενδυματολογικές μας συνήθειες είναι τόσο διαφορετικές.
Πότε, λοιπόν, οι ένοπλοι Ναουσαίοι φορούσαν φουστανέλες; Κάπου εκεί πρέπει να βρίσκεται το ξεκίνημα.
Βέβαια, παρατηρούνται ομοιότητες με αρχαία έθιμα (μάσκες κλπ). Αλλά αυτό μπορεί να οφείλεται σε κάποιους καλλιτέχνες που έφτιαχναν τα ρούχα και τα εξαρτήματα των γενιτσάρων του εθίμου. Ίσως κάποιος από αυτούς είχε δει αρχαίες ζωγραφιές κι έφτιαξε όμοιες μάσκες, για παράδειγμα. (Πόσο θα καμάρωνε αυτός με το μυστικό του!)

8. Και τα χρήματα; Σύμφωνα με το έθιμο, οι γνωστοί χαιρετούν τη νύφη και της δίνουν χρήματα. Πάνε αυτά τα χρήματα στον αγώνα για τη λευτεριά; Χρησιμοποιούνται για να αγοραστούν όπλα και πυρομαχικά;
Επίσης, λέγεται ότι οι κλέφτες κατέβαιναν από το βουνό για να γλεντήσουν την αποκριά, και ο πρόσωπος ήταν μέσο προστασίας τους, για να μην αναγνωρίζονται από τους Τούρκους.
Πιστεύω ότι εάν κάποτε συνέβη και αυτό, ήταν η σπάνια εξαίρεση. Εκτός αν δεχτούμε ότι αυτά άρχισαν στα χρόνια του Μακεδονικού αγώνα, ή έστω πιο πριν αλλά πάντως έπειτα από την επανίδρυση της πόλης, μετά το 1830.
Για την περίοδο πριν το χαλασμό, δεν υπάρχει η ανάγκη. Οι κλέφτες και οι αρματολοί εφοδιάζονταν με όπλα με πολλούς και διάφορους τρόπους, κυρίως με πλιάτσικο. (Όχι, όχι, δεν ήταν κακό! Ήταν ο τρόπος της ζωής τους, εκείνους τους καιρούς!) Στη Νάουσα μάλιστα, όπου οι Τούρκοι ήσαν ελάχιστοι, δεν τους εμπόδιζε τίποτε να μπαινοβγαίνουν κατά βούληση. Η πόλη περιτοιχίζεται μόλις το 1800. Γιατί λοιπόν θα έπρεπε τα παλικάρια που ζούσαν στο βουνό να μπαίνουν μόνον τις Κυριακές της Αποκριάς και κρυφά, καλυμμένοι με τον πρόσωπο;
Νομίζω ότι οι Μπούλες φεύγουν για ταξίδι κακορίζικο – και όσοι δεν διαλέχτηκαν (από την μοίρα ή τους ανθρώπους) γι’ αυτό, δίνουν λεφτά απλά για να καθησυχάσουν τη συνείδησή τους, γιατί έτσι ίσως  εξαγοράζουν το δικό τους μερίδιο στη θυσία...

            9. Η Μακρινίτσα: Πάντα οι Ναουσαίοι πιστεύαμε ότι οι ηρωίδες του 1822 έπεσαν στους Στουμπάνους χορεύοντας τη Μακρινίτσα. Αλλά η Μακρινίτσα μιλάει για την καταστροφή της Νιάουστας, άρα γράφτηκε μετά τον χαλασμό (και τη θυσία των γυναικών).
Τι συνέβη, λοιπόν; Λογική εξήγηση είναι ότι το τραγούδι προϋπήρχε, με άλλα λόγια. Λόγια λυπητερά, όπως λυπητερός είναι κι ο σκοπός, που μιλούσαν για τη θυσία μιας κοπελιάς κακορίζικης, πιθανότατα για μια Κρινιώ (Αχ! Κρινιώ, Κρινίτσα μου!) Ίσως για την ίδια κοπέλα που η δυστυχία της προξένησε και το έθιμο της Μπούλας της Νιάουστας!

            10. Επομένως; Επομένως, πολλά είναι τα σημεία στο δρώμενο που παραπέμπουν σε ιστορία μιας κοπέλας που αναγκάστηκε να φύγει από τη Νάουσα άθελά της για το καλό της πόλης. Αυτή την ιστορία, ή μάλλον το παραμύθι αφού δεν στηρίζεται σε καμιά ιστορική πηγή ή έστω και παράδοση, περιέλαβα στο βιβλίο μου για όποιον το διάβασε). Όχι γιατί πιστεύω ότι έτσι έγιναν τα πράγματα, αλλά για να τονίσω ότι δεν μπορεί κανείς να δεχτεί τις άλλες εξηγήσεις. Στο κάτω-κάτω, ούτε εκείνες στηρίζονται στην παραμικρή ιστορική πηγή – πρόκειται για εικασίες…
            Εύκολα θα μπορούσε κανείς να κάνει και άλλες εικασίες για την προέλευση του εθίμου. Μέχρις ότου, όμως, βρεθεί μια ιστορικά τεκμηριωμένη εξήγηση, όλες είναι μετέωρες, απλές θεωρίες. Αλλά, δεν είναι κι αυτό μέρος της μαγείας ενός εθίμου;

            Όλες αυτές οι εικασίες και θεωρίες για το έθιμο έχουν καμιά σημασία; Καμιά, βέβαια! Οι Ναουσαίοι θα συνεχίσουν να τελούν με την πρέπουσα σοβαρότητα το δρώμενο κάθε χρόνο. Το γεγονός ότι όλο και περισσότεροι νέοι συμμετέχουν στα μπουλούκια, και ότι οι ίδιοι νοιώθουν την ιερότητα του εθίμου, αποτελεί την εγγύηση για το μέλλον.
            Κι εμείς πάντα θα τους καμαρώνουμε, με ένα δάκρυ συγκίνησης στην άκρη του ματιού…

(το κείμενο δημοσιεύτηκε την 21/4/2012 στα "Μακεδονικά Νέα")